Σκέψεις με αφορμή το μυθιστόρημα «Εκεί που ζούμε», του Χρίστου Κυθρεώτη (εκδόσεις Πατάκη)

Η δύναμη αυτού του βιβλίου είναι η αλήθεια του. Στις σελίδες του συνάντησα ένα κομμάτι από τον εαυτό μου. Μάλιστα, η ταύτιση με τον κεντρικό ήρωα ήταν ανατριχιαστικά εύκολη υπόθεση για εμένα, αφού ξεκινώντας την ανάγνωση βρέθηκα σε κατάσταση déjà vu. Νέα δικηγόρος περιπλανώμενη στα αυστηρά κτήρια της Ευελπίδων και στα σχεδόν πανομοιότυπα δικηγορικά γραφεία στο κέντρο της Αθήνας υπήρξα και εγώ. Είχα βαδίσει στα ίδια μονοπάτια με τον Αντώνη Σπετσιώτη. Επίσης, είχα φτάσει ένα βήμα πριν εγκαταλείψω την Ελλάδα για εργασία στο εξωτερικό, σε υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως ετοιμάζεται να κάνει και εκείνος.

Με συνεπήρε λοιπόν η ανάγνωση του μυθιστορήματος, καθώς αναζητούσα ίχνη από τον δικό μου νεότερο εαυτό αποτυπωμένα στις σελίδες του. Και βρήκα πολλά τέτοια ίχνη, όχι μόνο δικά μου αλλά και αρκετά δικών μου ανθρώπων.

Ο συγγραφέας αποτυπώνει σε ένα κείμενο που ρέει αβίαστα και με χαρακτηριστική αφηγηματική άνεση τον εσωτερικό διάλογο που θα μπορούσε ο καθένας να κάνει, καθώς παλεύει με τους δικούς του δαίμονες. Ως άλλος τζοϋσικός Οδυσσέας, ο κινηματογραφικός ήρωας του μυθιστορήματος ζει έντονα ένα καλοκαιρινό 24ωρο λίγο πριν εγκαταλείψει την Ελλάδα. Αγωνίζεται να παραμείνει αληθινός απέναντι στον εαυτό του και για αυτό κερδίζει τον θαυμασμό μας.

Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της γενιάς του, της γενιάς μας, ο Χρίστος Κυθρεώτης γράφει ένα απολαυστικό κείμενο για τη σαρωτική καθημερινότητα που αντιμετωπίζουμε, χωρίς να ζητά λύπηση για τη «γενιά της κρίσης». Σε αντίθεση με τους γονείς του ο Αντώνης Σπετσιώτης, και εμείς, δεν έχει την πολυτέλεια να επιρρίψει σε άλλους τις ευθύνες για ό,τι ζει. Πρέπει να βρει τρόπο να επιβιώσει μέσα στις παρούσες συνθήκες. Παράλληλα αξιώνει από τον εαυτό του να διατηρήσει την ελπίδα ότι μέσα σε όλον αυτό τον αγώνα επιβίωσης θα καταφέρει να παραμείνει αυθεντικός και δημιουργικός, ειλικρινής απέναντι στον εαυτό του και γνήσιος στις κοινωνικές σχέσεις του.

Νομίζω ότι ακούω μια κραυγή αγωνίας: του ήρωα, τη δικιά μου, της γενιάς μας, για το αν θα κατορθώσουμε να παρηγορήσουμε αυτό το δύστροπο και απαιτητικό πλάσμα που κουβαλάμε και να του προσφέρουμε την ασφάλεια και τη σιγουριά που η διαδικασία της ενηλικίωσης μας στέρησε.

 
Καθώς προχωρούσα την ανάγνωση, αναζητούσα απεγνωσμένα τον προσδιορισμό του επιρρήματος «Εκεί». Πίστευα ότι ο συγγραφέας θα έδινε μια απάντηση για το πού ζούμε τελικά, ή έστω για το πού επέλεξε ο ήρωας του μυθιστορήματος να ζήσει. Ομολογώ ότι κάποια στιγμή ένιωσα απογοήτευση που δεν εισέπραξα τέτοια απάντηση. Θα ήταν μια παρηγοριά για εμένα το να οδηγήσει σε μια συγκεκριμένη επιλογή ή, έστω σε μια προτεινόμενη λύση, όλη αυτή η αναζήτηση.

Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση όμως, κατέληξα ότι μάλλον το επίρρημα «εκεί» στον τίτλο του μυθιστορήματος δεν είναι τοπικό. Έχει περισσότερο χωροχρονική διάσταση. Ζούμε «εκεί», στην κάθε ημέρα, όπως και ο Αντώνης Σπετσιώτης. Κάθε ημέρα κουβαλάμε το σύνολο όλων των προηγούμενων εμπειριών και προσθέτουμε σε αυτές τα καινούρια στοιχεία που μας προσφέρουν οι διαδρομές στη διάρκεια ενός 24ώρου: προβληματισμούς, στόχους, αδιέξοδα, επιτυχίες. Και έτσι συνεχίζουμε να πορευόμαστε.

Άλλωστε η ουσιαστική ενηλικίωση δεν συντελείται άπαξ και μάλιστα σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Για παράδειγμα όταν ολοκληρωθεί η φοίτηση στο σχολείο ή όταν ολοκληρωθούν οι πανεπιστημιακές ή οι μεταπτυχιακές σπουδές. Η ουσιαστική ενηλικίωση είναι μια διαρκής διεργασία που ταυτίζεται με την πορεία προς την αυτοβελτίωση και κατ΄αυτή την έννοια μάλλον δεν τελειώνει ποτέ. Γιατί κάθε μέρα αναμετριόμαστε με τα ερωτήματα που αφορούν τις επιλογές μας, επαγγελματικές, προσωπικές, κοινωνικές, και κάθε μέρα ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις συμβάσεις, τις φοβίες, τους συμβιβασμούς. 

…Δεν είναι λοιπόν τυχαία η αναφορά στον Philip Larkin στην αρχή του βιβλίου και στο ποίημά του «Days are where we live». Μήπως τελικά είναι υπαινιγμός εκ μέρους του συγγραφέα;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Απαντά ο Άρης Σφακιανάκης

Δεδικαίωται; της Ηρώς Σκάρου